Ο όρος «sustainable» development, που αποδόθηκε στα ελληνικά ως «αειφόρος» ή «βιώσιμη» ανάπτυξη, είναι σχετικά νέος. Καθιερώθηκε το 1987 από την Επιτροπή του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, γνωστή ως Brundtland Commission.
Ο όρος εκφράζει την αισιόδοξη άποψη ότι είναι δυνατό να εξακολουθήσει το σημερινό καταναλωτικό «life style» των Δυτικών κοινωνιών, αλλά και να επεκταθεί και στις αναπτυσσόμενες κοινωνίες, χωρίς να αυξάνεται παράλληλα η κατανάλωση ενέργειας και φυσικών πόρων του πλανήτη.
Από τότε χρησιμοποιείται ευρέως ως ψωμοτύρι χωρίς κανένας να είναι σε θέση να του δώσει ένα αξιόπιστα μετρήσιμο και αντικειμενικό περιεχόμενο. Και οι μεγάλες πολυεθνικές του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας βρήκαν σ' αυτόν τον όρο ένα νέο μέσο προώθησης των προϊόντων τους, βελτίωσης της δημόσιας εικόνας τους, και προβολής ενός οικολογικού προσώπου .
Στις 13 Νοεμβρίου του 2008 έκανε και ο ΣΕΒ την επίσημη παρουσίαση του Συμβουλίου για την Προώθηση της Βιώσιμης Ανάπτυξης στον επιχειρηματικό κόσμο και στην κοινωνία γενικότερα. Ήταν μια αναμενόμενη ενέργεια. Ας μην ξεχνάμε ότι το World Business Council for Sustainable Development υπάρχει από το 1992.
Πού βρίσκεται η συσκευασία και οι επιχειρήσεις της σ' αυτό το διεθνές παιχνίδι;
Η συσκευασία, όπως και κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που χρησιμοποιεί ενέργεια και φυσικούς πόρους, επιδρά στο περιβάλλον. Η επίδρασή της είναι ασήμαντη σε σχέση με άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες. Έχει όμως το μειονέκτημα ότι είναι ένα ιδιαίτερα ορατό από τους πολίτες, κομμάτι της κατανάλωσης. Είναι επομένως αναγκαίο να εργαστούμε και εμείς εντατικά για βελτιώσουμε την τόσο άδικα κακοποιημένη δημόσια εικόνα της
Βιώσιμη συσκευασία
Ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη συσκευασιών με βελτιωμένο περιβαλλοντικό ισοζύγιο αποτελεί σήμερα ένα από τους πλέον δραστήριους κλάδους έρευνας και καινοτομίας.
Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε μέχρι πού φτάνουν τα όριά μας και πως μπορεί να τα προσεγγίσει ο καινοτομικός σχεδιασμός μας.
Η συσκευασία δεν είναι ένα αυτόνομο προϊόν αλλά αποτελεί μέρος ενός τελικού προϊόντος. Έτσι, μόνες οι επιχειρήσεις συσκευασίας μπορούν να κάνουν σημαντικές αλλά περιορισμένες περιβαλλοντικές βελτιώσεις. Μπορούν να κάνουν τη συσκευασία ενός προϊόντος «πιο πράσινη», ή ακόμα τη κατανάλωσή του «πιο πράσινη». Σε συνεργασία όμως πάντα με τους πελάτες μας που παράγουν και διαθέτουν το τελικό προϊόν.
Τομείς καινοτομικής ανάπτυξης είναι η μείωση του βάρους και του όγκου της συσκευασίας ανά μονάδα βάρους κάθε συσκευασμένου προϊόντος. Ή, ακόμη, ο περιορισμός των ετερογενών υλικών που αποτελούν μια συσκευασία για να είναι δυνατή η ρεαλιστική ανακύκλωσή της (π.χ. πλαστική φιάλη γάλακτος αντί της σύνθετης χάρτινης συσκευασίας). Και τέλος η αποφυγή της υπερσυσκευασίας, όπου είναι δυνατό. Αυτό φυσικά δεν πρέπει να είναι σε βάρος του κύριου προορισμός της συσκευασίας, που είναι η διαφύλαξη της υγείας του καταναλωτή, η προστασία των προϊόντων και ο περιορισμός της σπατάλης τους.
Σε τέτοιου επιπέδου καινοτομίες είναι καθοριστικός ο ρόλος των επιχειρήσεων που σχεδιάζουν αναπτύσσουν και παράγουν υλικά, μηχανές και συστήματα συσκευασίας. Και οι καινοτομίες αυτές μπορούν να συμβάλλουν στον περιορισμό της κατανάλωσης πόρων και ενέργειας, άλλά ακόμη και σε μείωση του κόστους.
Οι επαναστατικές όμως αλλαγές για να πλησιάσουμε το ιδανικό της βιώσιμης ανάπτυξης δεν είναι στο χέρι της βιομηχανίας συσκευασίας, αλλά ούτε και του συνόλου της βιομηχανίας. Εδώ τον πρωταρχικό ρόλο θα παίξουν η παιδεία, και η αναθεώρηση των κοινωνικών και προσωπικών αξιών και προτεραιοτήτων.
Καταλήγω με μια πρόταση που θα βοηθούσε σημαντικά τόσο το περιβάλλον όσο και τη δημόσια εικόνα των επιχειρήσεων συσκευασίας. Οι επιχειρήσεις να προτείνουν εθελοντικά τον περιορισμό, ακόμη και την απάλειψη της συσκευασίας προϊόντων στις περιπτώσεις που η συσκευασία:
1. Δεν προστατεύει το προϊόν και δεν παρατείνει το χρόνου ζωής του.
2. Δεν προστατεύει την υγεία και της ασφάλεια των καταναλωτών.
3. Δεν αποτελεί πηγή πληροφοριών σχετικά με τη σύσταση και τον τρόπο χρήσης του προϊόντος
4. Δεν διευκολύνει τον καταναλωτή στη χρήση και τη δοσιμέτρηση.
5. Δεν βοηθάει στον περιορισμό της σπατάλης του προϊόντος.
6. Δεν συμβάλλει στον περιορισμό του κόστους διακίνησης και μεταφοράς του προϊόντος, και στην αντίστοιχη μείωση της τιμής του.
Μήπως έχει υπερτιμηθεί η «βιώσιμη ετικέτα» ως όπλο προβολής και προώθησης πωλήσεων;
Οι επιχειρήσεις παραγωγής και διακίνησης καταναλωτικών προϊόντων έχουν συμπεριλάβει στα κύρια όπλα προβολής των νέων προϊόντων τους την περιβαλλοντική παράμετρο (για το προϊόν και τη συσκευασία του). Πολλές όμως τελευταίες έρευνες έχουν δείξει ότι αυτή η παράμετρος έχει μάλλον υπερτιμηθεί.
Οι πολίτες προβάλλουν την προτίμησή τους στα «οικολογικά» και τα «πράσινα» προϊόντα (και συσκευασίες), έτσι αορίστως. Όταν όμως βρεθούν μπροστά στο ράφι επιλέγουν με άλλες προτεραιότητες. Εξ άλλου, οι έρευνες δείχνουν ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών έχει πλήρη σύγχυση ως προς το νόημα των όρων «βιώσιμη ανάπτυξη» και «βιώσιμη συσκευασία». Η «βιώσιμη συσκευασία» είναι ένας όρος που πολυχρησιμοποιείται στις επιχειρήσεις, αλλά σπανίως βρίσκεται στο λεξιλόγιο αυτών που ψωνίζουν στη σουπερμάρκετ.
Είναι σημαντικό από την πλευρά μας να μην επιτείνουμε αυτή τη σύγχυση προβάλλοντας ανεδαφικούς και ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς περί «βιωσιμότητας», αλλά να προβάλλουμε βεβαίως κάθε μικρή η μεγάλη βελτίωση που πετυχαίνουμε συγκριτικά με το παρελθόν. Ας μην ξεχνάμε ότι ο τόσο κακοποιημένος όρος «green product» αντικαθίσταται πλέον διεθνώς από τον ορθότερο όρο «greener product» .
Η παρουσίαση 9ης Απριλίου
Στις 9 Απριλίου ο ΣΥΒΙΠΥΣ οργανώνει ενημερωτική συνάντηση με θέμα τη βιώσιμη συσκευασία. Θα παρουσιαστούν οι συγκεκριμένες πρακτικές κατευθύνσεις για την ανάπτυξη καινοτομιών που οδηγούν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών ισοζυγίων για διάφορες κατηγορίες συσκευασιών αλλά και τελικών καταναλωτικών προϊόντων. Ακόμη, θα παρουσιασθούν ποσοτικά αποτελέσματα ερευνών σχετικά με τη σημασία της πράσινης προβολής ενός προϊόντος στην επιλογή του από τον καταναλωτή.
Η παρουσίαση απευθύνεται κυρίως (αλλά όχι μόνο):
* Στα στελέχη των επιχειρήσεων σχεδιασμού και παραγωγής υλικών,
μηχανών και συστημάτων συσκευασίας.
* Εμπορικά και τεχνικά στελέχη επιχειρήσεων παραγωγής, διακίνησης
και ανάπτυξης καταναλωτικών προϊόντων.