Ανάγκη για κριτική θεώρηση της Αποτίμησης Κύκλου Ζωής προϊόντων (LCIA)

Τα τελευταία 30 χρόνια, η αποτίμηση της περιβαλλοντικής επίδρασης από την παραγωγή και τη διακίνηση ενός προϊόντος ή μιας διαδικασίας θεωρείται, όλο και περισσότερο, εξ ίσου απαραίτητη με την αποτίμηση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων.

Τη λαμβάνουν υπ' όψη οι κυβερνήσεις, η τοπική αυτοδιοίκηση, οι διοικήσεις των εταιριών που σχεδιάζουν και παράγουν προϊόντα, οι πελάτες τους που τα διακινούν, και οι πολίτες που είναι οι τελικοί αγοραστές και χρήστες. Τη ζητάνε, με νομοθετικά μέτρα, οι εθνικές και κοινοτικές υπηρεσίες.

Έχει φτάσει ακόμα η θεμιτή και αθέμιτη προβολή της «οικολογικότητάς», να αποτελεί και ένα όπλο προώθησης των προϊόντων παράλληλα με τη χρηστικότητα, την εμφάνιση και την τιμή τους.

Για την αντικειμενική μέτρηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων δημιουργήθηκαν τα εργαλεία των περιβαλλοντικών ισοζυγίων (LCI, life cycle inventories), κάτι ανάλογο με τα λογιστικά ισοζύγια. Και για την αξιολόγησή των ισοζυγίων δημιουργήθηκαν διάφορα εργαλεία αποτίμησης (LCIA, life cycle inventory assessment). Και, φυσικά, μέσα στα τελευταία 20 χρόνια δημιουργήθηκε, για να καλύψει αυτές τις ανάγκες, ένας νέος κλάδος επιστημόνων και τεχνικών που ασχολείται με τη λογιστική των περιβαλλοντικών ισοζυγίων και την αποτίμηση των επιπτώσεων.

Τα εργαλεία αυτά προβλήθηκαν ως πανάκια για την περιβαλλοντική αποτίμηση της κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο όγκος των δεδομένων που απαιτούνται για μια τέτοια αξιολόγηση είναι τεράστιος και ο έλεγχος της αξιοπιστίας τους και η συνθετική αξιολόγησή τους εξαιρετικά δύσκολη και επίπονη, ακόμη και από αυτούς που θεωρούνται ειδικοί.

Στα πρώτα περιβαλλοντικά ισοζύγια ο κύριος δείκτης ήταν η κατανάλωση ενέργειας. Στη συνέχεια επινοήθηκαν δεκάδες διαφορετικών δεικτών από τους οποίους 5-8 είναι οι πλέον χρησιμοποιούμενοι. Υποτίθεται ότι οι πολλοί δείκτες κάνουν πιο σωστή την αποτίμηση, αν και οι τιμές κάποιων δεικτών πάνε παράλληλα με την κατανάλωση ενέργειας. Για παράδειγμα, ο δείκτης οξίνισης, ή ο δείκτης αερίων θερμοκηπίου. Στην ουσία όσο πιο πολλοί δείκτες χρησιμοποιούνται τόσο πιο συγκεχυμένη είναι η εικόνα που παίρνουμε.

Για κάθε δείκτη χρησιμοποιούνται εκατοντάδες δεδομένα από διάφορες πηγές και διαφορετικής γεωγραφικής και χρονικής προέλευσης. Όπως είναι φυσικό, αναξιόπιστα δεδομένα οδηγούν σε αναξιόπιστα ισοζύγια. Και υπάρχουν πολλά αναξιόπιστα δεδομένα, όπως και δεδομένα που ισχύουν για ένα γεωγραφικό χώρο αλλά όχι για κάποιον άλλο.

Το αποτέλεσμα είναι να βλέπουμε αντικρουόμενες αποτιμήσεις για τα ίδια προϊόντα ή υπηρεσίες, που έχουν πραγματοποιηθεί από διάφορους μελετητές. Σπανίως τα συγκριτικά αποτελέσματα για δύο προϊόντα είναι τόσο σαφή ώστε να είναι σαφής η επιλογή του «πλέον οικολογικού προϊόντος». Ένας επιδέξιος μελετητής μπορεί να επιλέξει με τέτοιο τρόπο,

  1. τα όρια του εξεταζομένου συστήματος
  2. τους χρησιμοποιούμενους δείκτες,
  3. την πηγή των τιμών για κάθε δείκτη,
  4. την ποσοτική εκτίμηση των επιπτώσεων,
  5. την ερμηνεία των επιπτώσεων
  6. την ανάλυση ευαισθησίας (sensitivity analysis)

ώστε η ζυγαριά να κλίνει προς τη μια ή την άλλη πλευρά.

Θα πρέπει βέβαια να σημειώσω ότι τα ισοζύγια (LCI) είναι τα πιο ρεαλιστικά κομμάτια στην πορεία μιας περιβαλλοντικής αποτίμησης (LCIA). Εκεί που επικρατεί χάος είναι στα συστήματα που έχουν αναπτυχθεί για την συγχώνευση ετερογενών δεικτών με στόχο να φτάσουμε στη δημιουργία ενός μοναδικού δείκτη που θα μας λέει απλά και εύκολα ότι το προϊόν Χ είναι πιο πράσινο από το προϊόν Ψ ( EPI, ESI, ΕIPRO, EcoIndicator 99, Ecofactor 2006, Ecolabel, διάφορες Score Cards κλπ).

Αυτοί οι δείκτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων, και οι σχετικοί συντελεστές βαρύτητας, βασίζονται κυρίως σε υποκειμενικές εκτιμήσεις και μελλοντολογικές προβλέψεις κάποιων ειδικών σε κάποιες χώρες. Επομένως έχουν μικρή αξία αντικειμενικής αξιολόγησης. Οι διεθνείς οργανισμοί προσπαθούν να βάλουν κάποιους κανόνες δεοντολογίας ( π.χ. με τα πρότυπα της σειράς ISO14040) αλλά και αυτά χωράνε πολλή κουβέντα.

Μερικές ακόμη σκέψεις και παρατηρήσεις:

  1. Η προσκόλληση στην προσπάθεια «αντικειμενικού» υπολογισμού των ισοζυγίων είναι συχνά χρονοβόρα, ακριβή και τελικά αναποτελεσματική.
  2. Είναι προτιμότερο να επιλέγουμε απλοποιημένες συγκρίσεις βασικών δεικτών και να μην προσπαθούμε να φτάσουμε σε «ολοκληρωμένα» αποτελέσματα δουλεύοντας με πολλές παραμέτρους μικρής σημασίας ή που είναι σχεδόν παράλληλες (π.χ. Ενέργεια και CO2).
  3. Είναι προτιμότερο να μελετάμε προσεκτικά και κριτικά πέντε παραμέτρους παρά να βάζουμε κάποιες τιμές, άκριτα, σε εκατό.
  4. Πρέπει να εντοπίζουμε τις παραδοχές που είναι συχνά υποκειμενικές (π.χ. το ποσοστό του ανακυκλωμένου υλικού που θα υποκαταστήσει το πρωτογενές υλικό).
  5. Πολλοί δείκτες χαρακτηρίζονται από εγγενή αβεβαιότητα (π.χ. τοξικότητα, χρήση πρωτογενών υλών, χρήση εδάφους).
  6. Άλλοι δείκτες επηρεάζονται από τις τοπικές συνθήκες (π.χ. ευτροφισμός και οξίνιση του εδάφους).
  7. Στους διάφορους δείκτες υπολογίζονται συντελεστές βαρύτητας που έχουν καθαρά υποκειμενικές τιμές, επομένως πολύ μικρή αξία.
  8. Πρέπει να χρησιμοποιούμε εκεί που πρέπει δείκτες που δεν προβλέπονται στα διάφορα υπολογιστικά συστήματα αλλά που έχουν μεγάλη τοπική σημασία. (π.χ. Υπάρχει η παραδοχή των ανεξάντλητων υδατικών αποθεμάτων που ισχύει μεν για την Ελβετία και την Ολλανδία αλλά όχι για την Ελλάδα. Έτσι ενώ υπάρχουν συντελεστές για τη ρύπανση των υδάτων δεν υπάρχουν συντελεστές για την χρήση των υδατικών αποθεμάτων που είναι εθνικό ή και τοπικό πρόβλημα. Πώς θα ήταν ένα ισοζύγιο για την καλλιέργεια του βάμβακος (με τη συμπερίληψη ή χωρίς της χρήσης νερού) για την Ευρώπη, την Ελλάδα ή τη Θεσσαλία;)

Η περιβαλλοντική αξιολόγηση έχει ξεφύγει σήμερα από την πραγματική μελέτη της ουσίας των διαδικασιών και βασίζεται στη υποδούλωση σε ισχυρά υπολογιστικά συστήματα που συνδυάζουν χιλιάδες τιμών και δεδομένων. Έχει γίνει ένα «efficient software development issue" όπως τη χαρακτήρισε πρόσφατα ένας από τους πιο σημαντικούς επιστήμονες του περιβάλλοντος.

Μία πρόταση

Με αυτά που εξέθεσα πιο πάνω θέλω να στηρίξω την πρότασή μου για την ανάγκη ύπαρξης μιας ομάδας εργασίας από έλληνες ειδικούς που ασχολούνται με θέματα περιβαλλοντικών ισοζυγίων και επιπτώσεων. Η εργασία της ομάδας θα έχε ως στόχο, μεταξύ άλλων,

  1. τον εντοπισμό της εσφαλμένης ή και παραπλανητικής χρήσης δεδομένων και παραμέτρων που χρησιμοποιούνται στα περιβαλλοντικά ισοζύγια
  2. την κριτική θεώρηση των συντελεστών βαρύτητας και κανονικοποίησης που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό μοναδικών συντελεστών, σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα,
  3. την επικοινωνία και την αλληλεπίδραση.

Το workshop του ΣΥΒΙΠΥΣ

Θα ήθελα ακόμη να σημειώσω ότι στο workshop που οργανώνει ο ΣΥΒΙΠΥΣ το Νοέμβριο θα είναι και αυτό ένας από τους στόχους: Την κριτική αξιολόγηση όλων αυτών των εργαλείων μέτρησης της οικολογικότητας.

Ό άλλος σημαντικός στόχος θα είναι να αποκτήσουν οι συμμετέχοντες τα πρακτικά και αποτελεσματικά όπλα που θα τους επιτρέψουν να προσεγγίζουν την οικολογικότητα των σχεδίων τους, των καινοτομικών λύσεών τους και των προϊόντων τους.

Όλα τα Νέα / Άρθρα